Κριτικές
επιλεγμένες
ΧΡΥΣΑΝΘΗ ΖΙΤΣΑΙΑ
Γιατί δεν πρέπει να ξεχνάμε
Το 1913 ο Ελληνικός Στρατός έμπαινε ελευθερωτής στην Ήπειρο. Οι σάλπιγγες ηχούν νικητήρια. Ο λαός πανηγυρίζει. Ο ενθουσιασμός συνεπαίρνει τα δακρυσμένα πλήθη. Η Χρυσάνθη Ζιτσαία εντεκάχρονη παιδούλα, παρακολουθεί μ’ορθάνοιχτα μάτια όσα συμβαίνουν γύρω της και γράφει ένα μικρό ποίημα – ύμνο. Ο νικητής στρατηγός Δαγκλής θα της σφίξει από κοντά το χέρι γι’αυτό, και της θα της χαρίσει μια χάρτινη ελληνική σημαιούλα. Μ’αυτό τον τρόπο κάνει την είσοδό της η Χ.Ζ. στην ποιητική σκηνή της χώρας μας. Κι αυτό τον ενθουσιασμό, αυτή τη σπίθα τη γεμάτη ζωντάνια, αυτή την ικανότητα να μπορεί να δονείται πάντα με το σφρίγος του νέου ανθρώπου που πρωτανοίγει τα μάτια μπροστά στο θάμμα της ζωής, μπρος σε κάθε καλό, κάθε ωραίο, κάθε μεγάλο που έρχεται ή φεύγει, το διατήρησε η ποιήτρια σ’όλη της τη ζωή, και μέσα σ’όλη της την πνευματική δημιουργία.
Στην πόρτα ορθή
Να δέχομαι και να ξεπροβοδίζω
τα όσα έμελλε ναρθούν.
Τα όσα μίσεψαν.
Όσα δεν βρήκαν δρόμο να γυρίσουν.
Του κόσμου τα εφήμερα μηνύματα
αντάμα με το «Χαίρε» των αιώνων.
Έτσι το θέλει να μείνει πάντα σ’ετοιμότητα στο «έμπα των καιρών ταμένη» ως τη στερνή στιγμή.
Κάμποτε Θεέ μου έτσι ορθή
στην πόρτα να με βρει
της Θείας Σου Βουλής ο Ερχόμενος
κι από το χέρι να με πάρει φιλικά
-σαν έτοιμη από καιρό-
Για της ζωής το ύστατο πια «ΧΑΙΡΕ».
Ο φόβος του τέλους αχνοφαίνεται ανάμικτος πάντα με πάθος για τη ζωή. Δεν σκοτεινιάζει τον ουρανό της προσδοκίας της, δεν τη γονατίζει στη μακρόχρονη πορεία της.
Η Χρυσάνθη Ζιτσαία γεννήθηκε στο Πρίντεζι της Ιταλίας το 1902. Μεγάλωσε στη Ζίτσα των Ιωαννίνων, αυτή είναι η ιδιαίτερη πατρίδα της και σ’αυτήν οφείλεται το φιλολογικό της «Ζιτσαία». Το πραγματικό της όνομα είναιΖέρβα. Παντρεύτηκε πολύ νέα με τον γεωπόνο Λάμπρο Οικονομίδη, Κύπριο. Κοντά του έζησε, γνώρισε και αγάπησε βαθιά σαν άλλη πατρίδα της στην Κύπρο. Πόνεσε μαζί του για τη σκλαβιά της. Και την ύμνησε σε πολλά της έργα. Από το 1931 εγκατεστημένη στη Θεσσαλονίκη, κι αυτή γίνεται η μόνιμη αγαπημένη της πατρίδα κι έχει αφιερώσει και σ’αυτήν πολύ από το έργο της.
Τρίχωρη λοιπόν η καρδιά της η θέση της Πατρίδας. Κι η κάθε μία το ίδιο τρανή κι αγαπημένη. Το έργο της είναι πλατύ και πολύτροπο. Ποίηση, πεζογραφία, κριτική, λαογραφία. Έδωσε διαλέξεις, συνεργάστηκε χρόνια με το ραδιοφωνικό σταθμό, κείμενά της δημοσιεύονται σε εφημερίδες και περιοδικά. Ποιήματά της μεταφράστηκαν σε ξένες γλώσσες, μελοποιήθηκαν, ανθολογήθηκαν σε διάφορες ανθολογίες.
Πάνω από 35 βιβλία της έχουν εκδοθεί, 26 ποιητικές συλλογές, 4 με διηγήματα, 3 μελέτες, 2 με ποιήματα παιδικά και θεατρικά. Η δράση της όμως απλώνεται και σε άλλους τομείς. Ήταν ιδρυτικό μέλος του Λυκείου Ελληνίδων, της Εταιρείας Λογοτεχνών Θεσσαλονίκης, της Πανελλαδικής Ένωσης Γυναικών, του Συλλόγου Διανοουμένων Γυναικών. Ήταν πρόεδρος για 16 ολόκληρα χρόνια του Συνδέσμου Φιλίας Ελλάς – Κύπρος. Στην Πορεία των Γυναικών του Κόσμου προς την Αμμόχωστο το 1975 (είχαν λάβει μέρος γυναίκες από 145 χώρες) η ποιήτρια ήταν μεταξύ των πρώτων. Μετά τη μεγαλειώδη αυτή εκδήλωση ακολούθησε η εκδρομή του σωματείου «Μέριμνα των Πόντων Κυπρίων» στην Κύπρο. Τότε γεννήθηκε η ιδέα να δημιουργηθεί ο «Σύνδεσμος Φιλίας Ελλάς – Κύπρος».
Η Χ.Ζ. έχει πάρα πολλές τιμητικές διακρίσεις από Σωματεία Θεσσαλονίκης, Αθηνών, Ιωαννίνων, Κύπρου. Για τη μακρόχρονη πνευματική της και κοινωνική προσφορά τιμήθηκε από το Οικουμενικό Πατριαρχείο με τον τίτλο «Αρχόντισσα του Οικουμενικού Θρόνου». Όταν τη ρώτησαν πως κατορθώνει κοντά στην τόσο σημαντική πνευματική της να έχει και μια εξίσου σημαντική κοινωνική παρουσία, απάντησε: «Αν η λογοτεχνία ήταν για μένα ψυχική ανάγκη, την κοινωνική προσφορά την αισθάνομαι σαν χρέος». Το αίσθημα του χρέους, βαθύ και ακατάλυτο εντός της, πάντα τη δυναστεύει.
Από την πρώτη ποιητική της συλλογή «Μενεξεδένια Δειλινά» που κυκλοφόρησε το 1929 και που ο Εθνικός μας ποιητής Κ. Παλαμάς με τις αλάθητες ποιητικές του κεραίες μπόρεσε να ξεχωρίσει τις αρετές και να προβλέψει το ποιητικό της μέλλον μέχρι και την συλλογή «Απολογία» του 1990, όλες κατέχουν μια άξια θέση στην Ελληνική ποιητική Γραμματεία.
«Η Χ.Ζ. – γράφει ο Δημ. Σιατόπουλος – έχει μια εργασία πλατειά και σοβαρή. Μια θητεία ζωής στα Ελληνικά Γράμματα. Ένας ανέσπερος μόχθος που τιμά και τη δημιουργό και τον τόπο της. Σ’ολόκληρο το έργο της υπάρχει η γνήσια σφραγίδα της αληθινής καλλιτεχνικής δημιουργίας και ευθύνης».
Στη συλλογή της «Πολυεδρικά» και στη θέση του προλόγου μας δίνει την «ταυτότητά» της.
Πάντα μ’ένα στίχο αναπνέω και ζω
Μ’ένα στίχο προσεύχομαι
Κάτω από ένα στίχο στεγάζομαι
Πάνω σ’ένα στίχο ακουμπάω να μη πέσω.
Η ποίησή της έχει τη μεγαλοπρέπεια της απλότητας και τη διαύγεια της ειλικρίνειας. Έχει το χάρισμα μιας κατακτητικής μελωδίας. Δεν είναι ανάγκη να χτυπήσεις στην πύλη, να περιμένεις για να μπεις, να ψάξεις σε δαιδαλώδεις διαβάσεις για να την πλησιάσεις. Είναι καλόδεχτος ο καθένας μέσα στη φωτεινότητά της. «Έτσι απλά να μιλήσω, να μου δοθεί αυτή η χάρη» όπως ζητούσε κι ο Γ. Σεφέρης. Γιατί –μας λέει σε μια συνέντευξή της η ποιήτρια, δημοσιευμένη στα «Βορειοελλαδικά» -«κι η Λογοτεχνία, συνομιλία με τον άνθρωπο είναι κι όχι αυτοσκοπός. Τον άνθρωπο εκφράζει και σ’αυτόν αποτείνεται. Ας γίνεται λοιπόν όσο είναι δυνατόν απλά και καθαρά».
Μόνον η ποίηση μπορεί να κλείνει μέσα της παντοτινά την ομορφιά της κάθε στιγμής και να μας ξαναχαρίζει την κάθε στιγμή. Είναι δικά μας τότε τα δώρα της ζωής κι ας λέγονται πια «αναμνήσεις».
Στο δισκοπότηρο νοσταλγικά
του χρόνου τα σφραγίζεις
Πορεύεσαι μαζί τους βιβλικά
Από την ωραία πύλη σου προβαίνεις
κι ευλαβικά την κάθε αυγή μεταλαβαίνεις…
Και μόνον ένας αληθινός ποιητής μπορεί να βρίσκει όλη την ομορφιά της δημιουργίας μέσα σ’ένα μικρό μυρωμένο λουλούδι. Και να πει παιχνιδιάρικα στη ζωή:
Δεν μπορείς να με γελάσεις ζωή.
Είμαι μια γέρικη βελανιδιά.
Ξέρω και των πουλιών τη γλώσσα
και τη βροντή του κεραυνού.
Αγάπη για την Πατρίδα: Και μόνο να σε στοχαστώ Πατρίδα μου ψηλώνω,λέει επιγραμματικά.
«Πανελλήνια αναγνωρισμένη η Ηπειρώτισσα ποιήτρια της Θεσσαλονίκης – θα γράψει ο Μπάμπης Κλάρας – δεν έχει ανάγκη από συστάσεις. Τα ποιήματά της εμπνευσμένα από ένα θαυμάσιο λυρικό αίσθημα αγάπης στη φύση, στην πατρίδα, στον άνθρωπο»
Και με το πεζογραφικό της έργο η Χ.Ζ. δεν παύει να δημιουργεί ένα κλίμα ποιητικό που μεταγγίζει μαγεία. Που χαρίζει τη φωτεινή βεβαιότητα για τις ηθικοκοινωνικές αξίες που δεν θα χαθούν.
Η Χ.Ζ. έζησε την εποχή της με αισιοδοξία και πίστη. Δημιούργησε χαρίζοντας στο έργο της την πνοή της Διάρκειας και πέρα από τους καιρούς μας.
Η Χρυσάνθη Ζιτσαία έφυγε όπως το γύρευε, χωρίς ποτέ να χάσει «η Αργώ το δρόμο της στο πέλαγο». Με τον στίχο της «ευλαβικά πάντα αναμμένο κερί στο Ναό του Ανθρώπου».
Η Χ.Ζ. είναι γιαγιά του διακεκριμένου μας μαέστρου Άλκη Μπαλτά.
Κριτική: Λωφορείο ο πόθος του Τένεσι Ουίλιαμς
Στο θέατρο «Άνεσις» παρουσιάζεται το έργο Λεωφορείο ο Πόθος σε μετάφραση Ερ. Μπελιέ, σκηνοθεσία Λέβαν Τσουλάτζε, μουσική Θάνου Μικρούτσικου, σκηνικά Σταύρου Λίτινα, φωτισμούς και ήχο του εξαιρετικού Στάθη Αναστασίου.
Ήταν μια αξιόλογη παράσταση. Για θέατρο που δικαιολογεί απόλυτα την σημασία της λέξης του. Οι νέοι ηθοποιοί Κατερίνα Λέχου στον ρόλο της Μπλάνς, ο Τάσος Ιορδανίδης στον ρόλο του Στάνλεϊ, η Τζωρτζίνα Παλαιοθοδώρου στο ρόλο της Στέλλας ήταν συναρπαστικοί. Οι υπόλοιποι ηθοποιοί στους ρόλους τους δεν υστερούσαν σε τίποτα. Παρόλο που το συγκεκριμένο έργο έχει παιχτεί πολλές φορές από κορυφαίους του είδους (ιερά τέρατα) οι ερμηνείες των συγκεκριμένων ηθοποιών μπόρεσαν να σταθούν σε ένα αξιοθαύμαστο ύψος. Σπάνιες οι φορές που μπορεί κανείς, φεύγοντας από μια τέτοια δύσκολη και απαιτητική παράσταση μπορεί να αισθάνεται απόλυτη ικανοποίηση γιατί παρακολούθησε χωρίς να μειωθεί το ενδιαφέρον του ούτε για μια στιγμή.
Μπορώ να πω απερίφραστα ότι πρόκειται για ένα θεατρικό επίτευγμα όσο και αν αφήνει μια πικρή γεύση θλίψης στην καρδιά του θεατή, το ‘μπράβο’ προς όλους τους συντελεστές αυτής της παράστασης, είναι αυτό που τελικά θα εκφράσει την τελική εντύπωση.